Δευτέρα 22 Μαρτίου 2010

ΔΥΟ ΕΒΔΟΜΑΔΕΣ ΠΡΙΝ ΤΟ ΠΑΣΧΑ

 

 


Γιατί να πληγώνουμε αυτούς που κατά βάθος αγαπάμε;
Η αγάπη δεν μειώνει, αλλά εξυψώνει! Δεν θα ήταν ωραίο να προσπαθήσουμε να σταματήσουμε να πικραίνουμε φίλους, συγγενείς, συνεργάτες, μιλώντας τους ειρωνικά, πικρά, περιφρονητικά ;...
Κι αντί γι' αυτή τη στάση, ας προσπαθήσουμε, το δύσκολο, μα αληθινό : να βρούμε μέσα τους κάτι καλό, κάτι θεϊκό, ώστε να τους δούμε με άλλο βλέμμα, πιο ανθρώπινο, πιο ταπεινό, με αγάπη.
Κι αντί να απομακρυνόμαστε, να νιώσουμε και να ζήσουμε λίγο την ενότητα, τα κοινά που μας ενώνουν όλους : τον πόνο, την αγωνία, το φόβο, το άγχος για τον ερχόμενο σε όλους μας θάνατο...
Κι εγώ, κι εσύ, κι αυτοί που δεν χωνεύεις, μια μέρα θα μας ¨χωνέψει¨ όλους η γη.
Οι μόνοι ¨αχώνευτοι¨ της γης, είναι όσοι έμαθαν να αγαπούν, και ξέρουν να ζουν το, Χριστός ανέστη, ήδη πολύ πριν το Πάσχα.


 
                                                          ΠΑΤΕΡ ΑΝΔΡΕΑΣ ΚΟΝΑΝΟΣ

 

Θαύμα Γέροντος Ιάκωβου Τσαλίκη

 

 

 

 

 




 

 

" Ένα Ξεχωριστό Θαύμα... "

Τον Αύγουστο του 1963 ήρθανε στη Μονή 75 λιβαναταίοι. Εργαστήκανε για τη στέρνα της Μονής, το Αγιονέρι, εθελοντικά. Το έχουν τάμα πολλοί από τις Λιβανάτες, την πατρίδα του Οσίου Δαβίδ, να προσφέρουν κάτι στη Μονή του συμπατριώτη τους, χρήματα ή εργασία. Έτσι φτάσανε τότε 75 άντρες για να κάνουν το έργο της στέρνας. Και στη Μονή βρισκόσανε άλλοι 15, για να βοηθήσουν. Ο π. Ιάκωβος συντόνιζε γενικές εργασίες, μα ήταν και ο μόνος που έπρεπε να φροντίσει για το φαγητό και τη διαμονή των καλών αυτών ανθρώπων.

Χρησιμοποίησε ότι υπήρχε και δεν υπήρχε στην αποθήκη. Μια μέρα τα τρόφιμα τελείωσαν. Χρήματα δεν είχε. Έψαξε όλα τα ράφια, όλες τις γωνίες. Κατόρθωσε να βρει δυόμισι οκάδες μανέστρα. Και από ψωμί μόνο μισό Πρόσφορο. Του έδωσε και ο γέρο-Ευθύμιος μισό καρβελάκι. Ποσότητες αστείες για σχεδόν εκατό πρόσωπα, που δουλεύανε όλη την ημέρα χειρονακτικά.

Στεναχωριόταν και δεν ήξερε τι να κάνει. Τον έπιασε απελπισία και σχεδόν έκλαιγε, που θ' άφηνε τον κόσμο νηστικό. Ξαφνικά όμως του ήρθε μια ιδέα: κατεβάζει τη μεγάλη κατσαρόλα, ρίχνει μέσα τη μανέστρα, βάζει και το ψωμί και όπως ήτανε πήγε στο ναό. Στάθηκε μπροστά στην εικόνα του οσίου Δαβίδ και του είπε:

-Άγιε μου, οι άνθρωποι αυτοί δουλεύουν για το Μοναστήρι σου. Γυρνάνε κουρασμένοι και πεινασμένοι. Δεν έχω τίποτα άλλο να τους δώσω να φάνε, μόνο τις δυόμισι οκάδες μανέστρα με το λίγο λαδάκι, το μισό προσφοράκι και το μισό καρβελάκι (= και τα έδειχνε στον Άγιο). Σε παρακαλώ, εσύ να τα ευλογήσεις, να φάνε και να χορτάσουνε.

Μαγείρεψε στην κατσαρόλα τούτη, έβγαζε συνέχεια φαγητό και δεν τελείωνε. Χόρτασαν όλοι και περίσσεψε! Το είδαν πολλοί και ο νυν ηγούμενος π. Κύριλλος. Πολλά χρόνια μετά, τονίζοντας τα θαύματα του οσίου Δαβίδ, έλεγε ο π. Ιάκωβος:

-Αδελφέ μου, επανάληψη του θαύματος των πεντακισχιλίων!



Christiana